Pumpovat v řečtině

Překlad: pumpovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τρόμπα, φουσκώνω, αντλία, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Pumpovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: pumpovat

pumpovat antonyma, pumpovat gramatika, pumpovat křížovka, pumpovat pravopis, pumpovat synonymum, pumpovat jazykový slovník řečtina, pumpovat v řečtině

Překlady

  • pult v řečtině - θυρίδα, μετρητής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή
  • pumpa v řečtině - τρόμπα, φουσκώνω, αντλία, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
  • punc v řečtině - γνώρισμα, εγγύηση, σήμα κατατεθέν, σφραγίδα, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστικό γνώρισμα
  • puntičkářský v řečtině - φιλόπονος, ακριβολόγος, συγκεκριμένος, κοπιαστικός, λεπτολόγος, ευσυνείδητος, ακριβής, ...
Náhodná slova
Pumpovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τρόμπα, φουσκώνω, αντλία, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία