Rozdvojit v řečtině
Překlad: rozdvojit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ιδιαίτερος, διχάζω, χωρίζω, αποσυνδέω, ξεχωριστός, διαιρώ, χωριστός, κόβω, διακόψει, θύμα παύει οποιαδήποτε, το θύμα παύει οποιαδήποτε, αποκόψει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: rozdvojit
rozdvojit antonyma, rozdvojit gramatika, rozdvojit křížovka, rozdvojit pravopis, rozdvojit synonymum, rozdvojit jazykový slovník řečtina, rozdvojit v řečtině
Překlady
- rozdráždit v řečtině - προκαλώ, εξοργίζω, διεγείρουν, αφυπνίσει, ξυπνήσει, ενδυναμώσουμε, να διεγείρουν
- rozdvojení v řečtině - διακλάδωση, διακλάδωσης, διχασμό, διχασμού, διακλαδώσεως
- rozdání v řečtině - μοιράζω, κατανομή, διανομή, αγορά, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, ...
- rozdávat v řečtině - μοιράζω, δίνω, αγορά, παραδίνω, δίνουν, δώσει έξω, δίνετε, ...
Náhodná slova
Rozdvojit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ιδιαίτερος, διχάζω, χωρίζω, αποσυνδέω, ξεχωριστός, διαιρώ, χωριστός, κόβω, διακόψει, θύμα παύει οποιαδήποτε, το θύμα παύει οποιαδήποτε, αποκόψει
Překlady: ιδιαίτερος, διχάζω, χωρίζω, αποσυνδέω, ξεχωριστός, διαιρώ, χωριστός, κόβω, διακόψει, θύμα παύει οποιαδήποτε, το θύμα παύει οποιαδήποτε, αποκόψει