Rozptýlit v řečtině
Překlad: rozptýlit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διασπείρω, καταδαπανώ, διασκορπίζω, κατασπαταλώ, σκορπίζω, διασπώ, διασκορπίζομαι, αναδημιουργώ, διασπαθίζω, σπαταλώ, αναπαριστώ, αποσπώ, παρεκτρέπω, διασπείρει, διασκορπίσει, διασπείρουν, διασκορπίζονται, διασπείρονται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: rozptýlit
rozptýlit antonyma, rozptýlit gramatika, rozptýlit křížovka, rozptýlit pravopis, rozptýlit synonymum, rozptýlit jazykový slovník řečtina, rozptýlit v řečtině
Překlady
- rozptylování v řečtině - διασπορά, περισπασμούς, αποσπάσεις της προσοχής, περισπασμοί, ενοχλήσεις, τους περισπασμούς
- rozptýlení v řečtině - σκορπίζω, διασκορπίζω, διασκορπίζομαι, διασπείρω, παρεκτροπή, παρέκβαση, διασπορά, ...
- rozpukat v řečtině - σκάσιμο, CHAP, κεφ, τύπος, το CHAP
- rozpustilý v řečtině - άτακτος, κακό, άτακτο, άτακτα, άτακτη
Náhodná slova
Rozptýlit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διασπείρω, καταδαπανώ, διασκορπίζω, κατασπαταλώ, σκορπίζω, διασπώ, διασκορπίζομαι, αναδημιουργώ, διασπαθίζω, σπαταλώ, αναπαριστώ, αποσπώ, παρεκτρέπω, διασπείρει, διασκορπίσει, διασπείρουν, διασκορπίζονται, διασπείρονται
Překlady: διασπείρω, καταδαπανώ, διασκορπίζω, κατασπαταλώ, σκορπίζω, διασπώ, διασκορπίζομαι, αναδημιουργώ, διασπαθίζω, σπαταλώ, αναπαριστώ, αποσπώ, παρεκτρέπω, διασπείρει, διασκορπίσει, διασπείρουν, διασκορπίζονται, διασπείρονται