Rozvažovat v řečtině

Překlad: rozvažovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ζυγιάζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, σταθμίζω, επανεξέταση, αναθεωρώντας, επανεξετάζοντας, επανεξέταση των, την επανεξέταση
Rozvažovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: rozvažovat

rozvažovat antonyma, rozvažovat gramatika, rozvažovat křížovka, rozvažovat pravopis, rozvažovat synonymum, rozvažovat jazykový slovník řečtina, rozvažovat v řečtině

Překlady

  • rozvaděč v řečtině - διανομέας, πίνακα, τηλεφωνικό κέντρο, πίνακας, πινάκων, τηλεφωνικό
  • rozvaha v řečtině - πλάστιγγα, ζυγαριά, ισορροπία, ισοζύγιο, ισολογισμού, ισολογισμό, του ισολογισμού, ...
  • rozvedení v řečtině - εξάπλωση, διαστολή, ενίσχυση, διαζευγμένος, διαζευγμένη, Διαζευγμενος, διαζευγμένοι, ...
  • rozveselit v řečtině - χαμογελάστε, φτιάξει το κέφι, φτιάξει τη διάθεση, φτιάξει τη, ευθυμία επάνω
Náhodná slova
Rozvažovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ζυγιάζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, σταθμίζω, επανεξέταση, αναθεωρώντας, επανεξετάζοντας, επανεξέταση των, την επανεξέταση