Rušit v řečtině
Překlad: rušit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
παρακωλύω, κωλυσιεργώ, παρεμβαίνω, ταραγμένος, κόπος, ενοχλώ, επεμβαίνω, μειώνω, ενοχλούμαι, κοπάζω, παραβιάζω, διακόπτω, παραβαίνω, αναστατώνω, καταργώ, σκοτίζομαι, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: rušit
rušit anglicky, rušit antonyma, rušit gramatika, rušit křížovka, rušit nurković, rušit jazykový slovník řečtina, rušit v řečtině
Překlady
- ručník v řečtině - πάνα, πετσέτα, πετσετών, πετσέτες, πετσέτας, για πετσέτες
- rušení v řečtině - παρεμβολή, ενόχληση, παρέμβαση, παρεμβολές, παρεμβολών, παρεμβολής
- rušný v řečtině - απασχολημένος, γεμάτη, περιπετειώδη, πολυτάραχη, κουραστική, γεμάτη δραστηριότητες
- rvačka v řečtině - αρπάζομαι, αποφάγια, καταπολεμώ, ξεφτίζω, σκαρφαλώνω, συμπλοκή, μάχη, ...
Náhodná slova
Rušit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: παρακωλύω, κωλυσιεργώ, παρεμβαίνω, ταραγμένος, κόπος, ενοχλώ, επεμβαίνω, μειώνω, ενοχλούμαι, κοπάζω, παραβιάζω, διακόπτω, παραβαίνω, αναστατώνω, καταργώ, σκοτίζομαι, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
Překlady: παρακωλύω, κωλυσιεργώ, παρεμβαίνω, ταραγμένος, κόπος, ενοχλώ, επεμβαίνω, μειώνω, ενοχλούμαι, κοπάζω, παραβιάζω, διακόπτω, παραβαίνω, αναστατώνω, καταργώ, σκοτίζομαι, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί