Ruinovat v řečtině
Překlad: ruinovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
χαντακώνω, χαλώ, ρήμαγμα, πτώχευση, χρεοκοπούν, bankrupting, χρεοκοπημένο, σε πτώχευση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: ruinovat
ruinovat antonyma, ruinovat gramatika, ruinovat křížovka, ruinovat pravopis, ruinovat synonymum, ruinovat jazykový slovník řečtina, ruinovat v řečtině
Překlady
- ruch v řečtině - δοσοληψία, ανακατεύω, κινούμαι, ταραχή, κινώ, δραστηριότητα, κυκλοφορία, ...
- ruina v řečtině - ρήμαγμα, χαλώ, χαντακώνω, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, ...
- ruka v řečtině - παραδίνω, όπλο, μπράτσο, δείκτης, χέρι, δίνω, πλευρά, ...
- rukavice v řečtině - γάντι, γάντια, γαντιών, γάντια του, τα γάντια
Náhodná slova
Ruinovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: χαντακώνω, χαλώ, ρήμαγμα, πτώχευση, χρεοκοπούν, bankrupting, χρεοκοπημένο, σε πτώχευση
Překlady: χαντακώνω, χαλώ, ρήμαγμα, πτώχευση, χρεοκοπούν, bankrupting, χρεοκοπημένο, σε πτώχευση