Sílit v řečtině

Překlad: sílit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καρδαμώνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, εμπεδώνω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Sílit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: sílit

cílit synonymum, sílit antonyma, sílit gramatika, sílit křížovka, sílit pravopis, sílit jazykový slovník řečtina, sílit v řečtině

Překlady

  • sídlo v řečtině - τοποθετώ, τόπος, καθίζω, κάθισμα, κατοικία, μέγαρο, μέρος, ...
  • síla v řečtině - αρετή, προτέρημα, εξαναγκάζω, προσόν, βία, κυριότερος, πρακτορείο, ...
  • síly v řečtině - δύναμη, εξαναγκάζω, βία, δυνάμεις, δυνάμεων, οι δυνάμεις, τις δυνάμεις, ...
  • sít v řečtině - ενσπείρω, σπέρνω, χοιρομητέρα, χοιρομητέρας, γουρούνα, χοιρομητέρων, θηλυκός χοίρος
Náhodná slova
Sílit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καρδαμώνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, εμπεδώνω, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται