Sdílet v řečtině
Překlad: sdílet, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, Μοιράσου το, Μοιραστείτε, Share
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: sdílet
sdílet anglicky, sdílet antonyma, sdílet fotky, sdílet gramatika, sdílet kalendář google, sdílet jazykový slovník řečtina, sdílet v řečtině
Překlady
- sdružit v řečtině - συνέταιρος, κατατάσσομαι, συνδέω, προσχωρώ, συνενώνω, συσχετίζω, ενώνω, ...
- sdružovat v řečtině - συνδυάζω, σύντροφος, συνέταιρος, συσχετίζω, αγέλη, κοπάδι, συνεργάτης, ...
- sdílný v řečtině - μεταδοτικός, κοινωνός, κοινωνοί, κοινωνό, μετέχων, πληροφοριοδότης
- sdělení v řečtině - επικοινωνία, εξαγγελία, κατάσταση, σημείωση, δήλωση, ανακοίνωση, σημείωμα, ...
Náhodná slova
Sdílet v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, Μοιράσου το, Μοιραστείτε, Share
Překlady: μοιράζω, κλήρος, μοιράζομαι, μετοχή, μερίδιο, Μοιράσου το, Μοιραστείτε, Share