Shrnout v řečtině
Překlad: shrnout, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, περισυλλέγω, μαζεύω, ξαναρχίζω, συνοψίζουν, Συνοψίζοντας, συνοψίσει, συνοψίσουμε, συνοψίζει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: shrnout
shrnout anglicky, shrnout antonyma, shrnout dohromady, shrnout gramatika, shrnout křížovka, shrnout jazykový slovník řečtina, shrnout v řečtině
Překlady
- shovívavý v řečtině - ανεκτικός, μακρόθυμος, φιλάνθρωπος, φρόνιμος, συνετός, επιεικής, καλόβουλος, ...
- shrbit v řečtině - κύρτωμα, καμπούρα, προαίσθημα, hunch, ισχυρό προαίσθημα, η διαίσθησή
- shrnovat v řečtině - μαζεύω, μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, περισυλλέγω, συνοψίζοντας, συνοψίζει, συνοψίζονται, ...
- shrnutí v řečtině - περίληψη, ξαναρχίζω, σύνοψη, συνοπτική, συνοπτικά, περίληψης
Náhodná slova
Shrnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, περισυλλέγω, μαζεύω, ξαναρχίζω, συνοψίζουν, Συνοψίζοντας, συνοψίσει, συνοψίσουμε, συνοψίζει
Překlady: συγκεντρώνομαι, μαζεύομαι, περισυλλέγω, μαζεύω, ξαναρχίζω, συνοψίζουν, Συνοψίζοντας, συνοψίσει, συνοψίσουμε, συνοψίζει