Sledující v řečtině

Překlad: sledující, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
παρακολούθηση, ακολουθία, οπαδοί, Οι οπαδοί, Ακολουθούν, Σας ακολουθούν, τους οπαδούς
Sledující v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: sledující

fb sledující, instagram sledující, sledující antonyma, sledující facebook, sledující gramatika, sledující jazykový slovník řečtina, sledující v řečtině

Překlady

  • sledovat v řečtině - ίχνη, τηρώ, φρουρά, αφουγκράζομαι, πίστα, μονοπάτι, παρακολουθώ, ...
  • sledování v řečtině - παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, την παρατήρηση
  • slehnutí v řečtině - τοκετός, λοχεία, περιορισμός, τοκετό, τον τοκετό
  • slepenec v řečtině - ετερογενών δραστηριοτήτων, ομίλου, ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων, όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων, όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων
Náhodná slova
Sledující v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: παρακολούθηση, ακολουθία, οπαδοί, Οι οπαδοί, Ακολουθούν, Σας ακολουθούν, τους οπαδούς