Soudek v řečtině
Překlad: soudek, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
βαρέλι, βαρελάκι, δοχείο, βαρελιού, βυτίο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: soudek
soudek 5l, soudek antonyma, soudek gramatika, soudek heineken, soudek jameson, soudek jazykový slovník řečtina, soudek v řečtině
Překlady
- soudcovat v řečtině - διαιτητής, διαιτητή, διαιτητή να, ο διαιτητής
- soudcovský v řečtině - δικανικός, δικαστικός, δικαστήρια, Δικαστικών, δικαστικού σώματος, Δικαστικής
- soudit v řečtině - σκέφτομαι, επιτρέπω, σκέπτομαι, αφήνω, προσπαθώ, νομίζω, καταλαβαίνω, ...
- soudnictví v řečtině - δικαιοδοσία, δικαστικός, δικαστήρια, δικαστικής εξουσίας, δικαστικού σώματος, δικαστικό σώμα
Náhodná slova
Soudek v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: βαρέλι, βαρελάκι, δοχείο, βαρελιού, βυτίο
Překlady: βαρέλι, βαρελάκι, δοχείο, βαρελιού, βυτίο