Spřáhnout v řečtině

Překlad: spřáhnout, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συνδέονται μεταξύ τους, συνδεδεμένα μεταξύ τους, συνδέονται μεταξύ, συνδεδεμένα μεταξύ, συνδέονται μαζί
Spřáhnout v řečtině
Jiné jazyky

Příbuzná slova: spřáhnout

spřáhnout antonyma, spřáhnout gramatika, spřáhnout křížovka, spřáhnout pravopis, spřáhnout se, spřáhnout jazykový slovník řečtina, spřáhnout v řečtině

Překlady

  • spřežení v řečtině - ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
  • spřádání v řečtině - στριφογύρισμα, κλώση, νηματουργία, την κλώση, νηματοποίηση, νηματοποίησης
  • spřízněnost v řečtině - συγγένεια, συγγένειας, συγγένειά, της συγγένειας, τη συγγένεια
  • spříznění v řečtině - έλξη, συνάφεια, αγχιστεία, συγγένεια, συγγένειας, συνάφειας, συγγενείας
Náhodná slova
Spřáhnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συνδέονται μεταξύ τους, συνδεδεμένα μεταξύ τους, συνδέονται μεταξύ, συνδεδεμένα μεταξύ, συνδέονται μαζί