Spojka v řečtině
Překlad: spojka, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αρπάζω, κρίκος, συνδετικός, συνδέω, κλώσημα, πιάνω, εσωτερικός, σύνδεσμος, διασταύρωση, απομόνωση, συμπλέκτης, συμπλέκτη, του συμπλέκτη, συμπλεκτών
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: spojka
jizni spojka, jižní spojka, kabelová spojka, spojka a, spojka a rozptylka, spojka jazykový slovník řečtina, spojka v řečtině
Překlady
- spojitý v řečtině - διαρκής, συνεχής, συνεχή, συνεχούς, συνεχείς, συνεχές
- spojivka v řečtině - επιπεφυκότα, επιπεφυκότας, επιπεφυκότος, επιπεφυκώς, επιπεφυκώτα
- spojovat v řečtině - κρίκος, δένω, δεσμός, γραβάτα, συνέταιρος, κατατάσσομαι, συνδυάζω, ...
- spojování v řečtině - συνδέω, σχέση, σωματειακός, διασταύρωση, ένωση, μεταβατικός, κρίκος, ...
Náhodná slova
Spojka v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αρπάζω, κρίκος, συνδετικός, συνδέω, κλώσημα, πιάνω, εσωτερικός, σύνδεσμος, διασταύρωση, απομόνωση, συμπλέκτης, συμπλέκτη, του συμπλέκτη, συμπλεκτών
Překlady: αρπάζω, κρίκος, συνδετικός, συνδέω, κλώσημα, πιάνω, εσωτερικός, σύνδεσμος, διασταύρωση, απομόνωση, συμπλέκτης, συμπλέκτη, του συμπλέκτη, συμπλεκτών