Statečnost v řečtině
Překlad: statečnost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αμμόλιθος, αντοχή, χαλίκι, άμμος, ανδρεία, την ανδρεία, ικανότητα, ανδρείας, δεξιότητα
Jiné jazyky
Příbuzná slova: statečnost
neochvějná statečnost, odvaha statečnost, statečnost antonyma, statečnost citáty, statečnost dobrodružství objevy, statečnost jazykový slovník řečtina, statečnost v řečtině
Překlady
- starý v řečtině - απαρχαιωμένος, μπαγιάτικος, πεπαλαιωμένος, γέρος, παλαιός, γέρικος, ηλικίας, ...
- statek v řečtině - αγροικία, περιουσία, προσγειώνω, έδαφος, αγρόκτημα, ουσία, φάρμα, ...
- statečný v řečtině - τολμηρός, θαρραλέος, τόλμημα, γενναίος, έντονος, γενναία, γενναίοι, ...
- statický v řečtině - στατικός, στατική, στατικό, στατικές, στατικής
Náhodná slova
Statečnost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αμμόλιθος, αντοχή, χαλίκι, άμμος, ανδρεία, την ανδρεία, ικανότητα, ανδρείας, δεξιότητα
Překlady: αμμόλιθος, αντοχή, χαλίκι, άμμος, ανδρεία, την ανδρεία, ικανότητα, ανδρείας, δεξιότητα