Stigmatizovat v řečtině
Překlad: stigmatizovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
στιγματίζω, στιγματίζουν, στιγματίζει, στιγματίσουν, να στιγματίζουν
Jiné jazyky
Příbuzná slova: stigmatizovat
stigmatizovat antonyma, stigmatizovat gramatika, stigmatizovat křížovka, stigmatizovat pravopis, stigmatizovat synonymum, stigmatizovat jazykový slovník řečtina, stigmatizovat v řečtině
Překlady
- stevardka v řečtině - οικοδέσποινα, επιστάτης, αεροδός, τροφοδότης, συνοδός, αεροσυνοδός
- stigma v řečtině - στίγμα, στίγματος, στιγματισμού, το στίγμα, του στιγματισμού
- stihnout v řečtině - αρπάζω, πιάνω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
- stimul v řečtině - κίνητρο, ερέθισμα, κινήτρων, ερεθίσματος, τόνωσης
Náhodná slova
Stigmatizovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: στιγματίζω, στιγματίζουν, στιγματίζει, στιγματίσουν, να στιγματίζουν
Překlady: στιγματίζω, στιγματίζουν, στιγματίζει, στιγματίσουν, να στιγματίζουν