Stisknout v řečtině
Překlad: stisknout, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συμβόλαιο, κράτημα, βίδα, πατικώνω, συμπιέζω, ζουλώ, πιέζω, πιάνω, προσβάλλομαι, βιδώνω, μελαγχολώ, στριμώχνω, πρεσάρω, συστέλλομαι, στύβω, λαβή, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: stisknout
stačí stisknout, stisknout antonyma, stisknout gramatika, stisknout kohoutek, stisknout křížovka, stisknout jazykový slovník řečtina, stisknout v řečtině
Překlady
- stipendium v řečtině - επιχορηγώ, υποτροφία, χορηγώ, επίδομα, υποτροφιών, υποτροφίας, υποτροφίες, ...
- stisk v řečtině - πίεση, ζουλώ, συμπίεση, λαβή, στύβω, κράτημα, αγκαλιάζω, ...
- stisknutí v řečtině - ζουλώ, στύβω, συμπίεση, στριμώχνω, Πιέζοντας, Πατώντας, πάτημα, ...
- stlačení v řečtině - ύφεση, συμπίεση, πίεση, κατάθλιψη, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, ...
Náhodná slova
Stisknout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συμβόλαιο, κράτημα, βίδα, πατικώνω, συμπιέζω, ζουλώ, πιέζω, πιάνω, προσβάλλομαι, βιδώνω, μελαγχολώ, στριμώχνω, πρεσάρω, συστέλλομαι, στύβω, λαβή, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Překlady: συμβόλαιο, κράτημα, βίδα, πατικώνω, συμπιέζω, ζουλώ, πιέζω, πιάνω, προσβάλλομαι, βιδώνω, μελαγχολώ, στριμώχνω, πρεσάρω, συστέλλομαι, στύβω, λαβή, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε