Stranickost v řečtině
Překlad: stranickost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα
Jiné jazyky
Příbuzná slova: stranickost
stranickost antonyma, stranickost gramatika, stranickost křížovka, stranickost pravopis, stranickost synonymum, stranickost jazykový slovník řečtina, stranickost v řečtině
Překlady
- strana v řečtině - δείκτης, χέρι, όψη, μεριά, θωριά, πλευρά, άποψη, ...
- strangulace v řečtině - στραγγαλισμός, στραγγαλισμού, στραγγαλισμό, πνιγμού
- strast v řečtině - δοκιμασία, συμφορά, Θλίψης, Tribulation, Μεγάλη Θλίψη
- strategický v řečtině - στρατηγικός, στρατηγικό, στρατηγικές, στρατηγικού, στρατηγική, στρατηγικών
Náhodná slova
Stranickost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα
Překlady: μεροληψία, μεροληψίας, τη μεροληψία, μονομέρεια, μεροληπτικότητα