Surovec v řečtině
Překlad: surovec, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
άγριος, βάρβαρος, κακούργος, κτηνώδης, τυχοδιώκτη, ελεεινής
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: surovec
surovec antonyma, surovec beskydy, surovec gramatika, surovec jan, surovec jesenice, surovec jazykový slovník řečtina, surovec v řečtině
Překlady
- supění v řečtině - λαχανιάζω, παντελόνι, παντελονιού, παντελονάκι, εσώρουχο
- supět v řečtině - φρουμάζω, λαχανιάζω, τολύπη, σύνοικος, ξεφύσημα, κροτώ, θόρυβος μηχανής, ...
- surovost v řečtině - απανθρωπιά, κτηνωδία, βαρβαρότητα, βιαιότητα, βαναυσότητα, βαρβαρότητας
- surový v řečtině - κτηνώδης, ακατέργαστος, δριμύς, τραχύς, αγροίκος, απαίσιος, χονδροειδής, ...
Náhodná slova
Surovec v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: άγριος, βάρβαρος, κακούργος, κτηνώδης, τυχοδιώκτη, ελεεινής
Překlady: άγριος, βάρβαρος, κακούργος, κτηνώδης, τυχοδιώκτη, ελεεινής