Svěřit v řečtině
Překlad: svěřit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αποστέλλω, παραιτούμαι, επαινώ, φεύγω, δεσμεύω, αναθέτω, διαπράττω, κάνω, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, παρατάω, αναθέτει, αναθέτουν, να αναθέτει, Entrust
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: svěřit
svěřit antonyma, svěřit gramatika, svěřit křížovka, svěřit pravopis, svěřit synonymum, svěřit jazykový slovník řečtina, svěřit v řečtině
Překlady
- světélkování v řečtině - φθορισμός, φθορισμού, Ο φθορισμός, Fluorescence, φθορισμό
- svěřenec v řečtině - θάλαμος, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
- svěřovat v řečtině - αναθέτω, εμπιστεύομαι, εμπιστευθεί, εμπιστευτούν, εμπιστευτεί, εκμυστηρευτεί
- svěže v řečtině - πρόσφατα, φρέσκο, φρέσκα, νωπά, νωπών, νωπού
Náhodná slova
Svěřit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αποστέλλω, παραιτούμαι, επαινώ, φεύγω, δεσμεύω, αναθέτω, διαπράττω, κάνω, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, παρατάω, αναθέτει, αναθέτουν, να αναθέτει, Entrust
Překlady: αποστέλλω, παραιτούμαι, επαινώ, φεύγω, δεσμεύω, αναθέτω, διαπράττω, κάνω, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, παρατάω, αναθέτει, αναθέτουν, να αναθέτει, Entrust