Těkat v řečtině
Překlad: těkat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τριγυρίζω, περιφέρομαι, εξαερούμαι, εξαερώ, εξατμίζω, εξατμίζομαι, πτητικοποιεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: těkat
těkat antonyma, těkat gramatika, těkat křížovka, těkat pravopis, těkat synonymum, těkat jazykový slovník řečtina, těkat v řečtině
Překlady
- těhotenství v řečtině - κύηση, εγκυμοσύνη, κυοφορία, εγκυμοσύνης, της εγκυμοσύνης, κύησης
- těhotná v řečtině - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- těkavost v řečtině - μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των
- těkavý v řečtině - πτητικός, πτητικών, πτητικές, πτητικό, πτητικά
Náhodná slova
Těkat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τριγυρίζω, περιφέρομαι, εξαερούμαι, εξαερώ, εξατμίζω, εξατμίζομαι, πτητικοποιεί
Překlady: τριγυρίζω, περιφέρομαι, εξαερούμαι, εξαερώ, εξατμίζω, εξατμίζομαι, πτητικοποιεί