Těkavost v řečtině
Překlad: těkavost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των
Jiné jazyky
Příbuzná slova: těkavost
relativní těkavost, těkavost alkoholů, těkavost antonyma, těkavost benzínu, těkavost gramatika, těkavost jazykový slovník řečtina, těkavost v řečtině
Překlady
- těhotná v řečtině - έγκυος, έγκυες, εγκύων, εγκύους, εγκύου
- těkat v řečtině - τριγυρίζω, περιφέρομαι, εξαερούμαι, εξαερώ, εξατμίζω, εξατμίζομαι, πτητικοποιεί
- těkavý v řečtině - πτητικός, πτητικών, πτητικές, πτητικό, πτητικά
- tělesnost v řečtině - σάρκα, σωματική υλικότητα, σωματικότητα, σωματικότητας, της σωματικότητας
Náhodná slova
Těkavost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των
Překlady: μεταβλητότητα, μεταβλητότητας, πτητικότητα, αστάθεια των, αστάθειας των