Tmel v řečtině
Překlad: tmel, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μπετό, τσιμέντο, λάσπη, στόκος, putty, στόκο, στόκου, μαστίχα
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: tmel
akrylátový tmel, silikonový tmel, tmel antonyma, tmel gramatika, tmel křížovka, tmel jazykový slovník řečtina, tmel v řečtině
Překlady
- tma v řečtině - μελαχρινός, λυκόφως, μουχρός, σουρούπωμα, σκοτεινός, σκούρος, σκοτάδι, ...
- tmavý v řečtině - ζοφερός, κρύβω, μαύρος, καταθλιπτικός, μελαχρινός, μουντός, απαισιόδοξος, ...
- tmelit v řečtině - λάσπη, μπετό, στόκος, τσιμέντο, putty, στόκο, στόκου, ...
- tmář v řečtině - σκοταδιστής, σκοταδιστικές, σκοταδιστική, σκοταδιστικό, σκοταδιστικών
Náhodná slova
Tmel v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μπετό, τσιμέντο, λάσπη, στόκος, putty, στόκο, στόκου, μαστίχα
Překlady: μπετό, τσιμέντο, λάσπη, στόκος, putty, στόκο, στόκου, μαστίχα