Uchvátit v řečtině
Překlad: uchvátit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μεταφέρω, ηλεκτρίζω, αρπάζω, ηλεκτροδοτώ, ηδονή, κατάσχω, καταλαμβάνω, χαρά, αιχμαλωτίζω, ευφροσύνη, αιχμαλωσία, εντρυφώ, γοητεύω, συνεπαίρνω, σαγηνεύω, συγκίνηση, σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: uchvátit
uchvátit antonyma, uchvátit gramatika, uchvátit křížovka, uchvátit pravopis, uchvátit slovník, uchvátit jazykový slovník řečtina, uchvátit v řečtině
Překlady
- uchvatitel v řečtině - σφετεριστής, σφετεριστή, του σφετεριστή, συνωμότη, σφετεριστή του θρόνου
- uchvácení v řečtině - σπασμός, σφετερισμός, σφετερισμό, σφετερισμού, ιδιοποίηση, αντιποίηση
- uchylovat v řečtině - θέρετρο, λύση, θερέτρου, θέρετρου, χιονοδρομικό
- uchystat v řečtině - ρίχνει, βολές, πετάει, ριχτάρια, πετάγματα
Náhodná slova
Uchvátit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μεταφέρω, ηλεκτρίζω, αρπάζω, ηλεκτροδοτώ, ηδονή, κατάσχω, καταλαμβάνω, χαρά, αιχμαλωτίζω, ευφροσύνη, αιχμαλωσία, εντρυφώ, γοητεύω, συνεπαίρνω, σαγηνεύω, συγκίνηση, σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται
Překlady: μεταφέρω, ηλεκτρίζω, αρπάζω, ηλεκτροδοτώ, ηδονή, κατάσχω, καταλαμβάνω, χαρά, αιχμαλωτίζω, ευφροσύνη, αιχμαλωσία, εντρυφώ, γοητεύω, συνεπαίρνω, σαγηνεύω, συγκίνηση, σφετερίζομαι, σφετεριστεί, σφετεριστούν, σφετεριστεί την, σφετερίζονται