Udělat v řečtině

Překlad: udělat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
κάνω, φτιάχνω, εκτελώ, έρχομαι, γίνομαι, αποδίδω, αρμόζω, παίρνω, εξαναγκάζω, κατασκευάζω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
Udělat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: udělat

jak se udělat, jak udělat, jak udělat drdol, jak udělat holku, jak udělat kluka, udělat jazykový slovník řečtina, udělat v řečtině

Překlady

  • udílet v řečtině - απονέμω, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
  • udírna v řečtině - καπνιστήριο, εγκατάσταση υποκαπνισμού, εγκατάσταση υποκαπνισμού και διαρκεί, καπνιστηρίου, του καπνιστηρίου
  • udělení v řečtině - υποτροφία, χορηγώ, επιχορήγηση, επιχορηγώ, επίδομα, χορήγηση, παραχώρηση, ...
  • udělit v řečtině - χορηγώ, φανέλα, παραδίνω, βραβείο, επιχορηγώ, απονέμω, παρέχω, ...
Náhodná slova
Udělat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: κάνω, φτιάχνω, εκτελώ, έρχομαι, γίνομαι, αποδίδω, αρμόζω, παίρνω, εξαναγκάζω, κατασκευάζω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν