Udeřit v řečtině

Překlad: udeřit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συντρίβω, βαρώ, θρυμματίζω, βροντώ, χτυπώ, κομματιάζω, κρότος, σουξέ, βρόντος, γδούπος, σπάζω, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα
Udeřit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: udeřit

jak udeřit, kam udeřit, udeřit antonyma, udeřit gramatika, udeřit hřebík na hlavičku, udeřit jazykový slovník řečtina, udeřit v řečtině

Překlady

  • udatně v řečtině - ηρωικά, γενναιότητα, γενναία, ευγενικά, γενναιότητα το
  • udavač v řečtině - καταδότης, χαφιές, πληροφορητής, πληροφοριοδότης, την INFORMER
  • udice v řečtině - αγκιστρώνω, άγκιστρο, γωνία, γάντζος, γραμμή, γραμμής, σύμφωνα, ...
  • udidlo v řečtině - φίμωτρο, κομμάτι, bit, λίγο, δυαδικών ψηφίων, μπιτ
Náhodná slova
Udeřit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συντρίβω, βαρώ, θρυμματίζω, βροντώ, χτυπώ, κομματιάζω, κρότος, σουξέ, βρόντος, γδούπος, σπάζω, απεργία, απεργίας, άσκησης, εξάσκησης, χτύπημα