Uhájit v řečtině
Překlad: uhájit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υπερασπίζομαι, διεκδικώ, αμύνομαι, υποστηρίζω, υπερασπίζω, προστατεύω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: uhájit
uhájit antonyma, uhájit gramatika, uhájit křížovka, uhájit pravopis, uhájit synonymum, uhájit jazykový slovník řečtina, uhájit v řečtině
Překlady
- uhynout v řečtině - αποθνήσκω, πεθάνω, τεζάρω, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, πεθάνει, ...
- uhádnout v řečtině - εικασία, μαντεύω, θεϊκός, θεσπέσιος, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, ...
- uhánět v řečtině - επισπεύδω, ορμή, συντρίβω, φόρα, ταχύτητα, τρέχω, ραντίζω, ...
- uhýbat v řečtině - αποφεύγω, Αποφυγή, παρακάμπτουμε, παρακάμπτουμε τα, αποφεύγοντας, παρακάμπτουμε την
Náhodná slova
Uhájit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υπερασπίζομαι, διεκδικώ, αμύνομαι, υποστηρίζω, υπερασπίζω, προστατεύω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση
Překlady: υπερασπίζομαι, διεκδικώ, αμύνομαι, υποστηρίζω, υπερασπίζω, προστατεύω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, υπερασπιστούμε, την υπεράσπιση