Uklouznout v řečtině
Překlad: uklouznout, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
γλίστρημα, γλιστρώ, τσουλήθρα, ολίσθημα, παραδρομή, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: uklouznout
snář uklouznout, uklouznout antonyma, uklouznout gramatika, uklouznout křížovka, uklouznout pravopis, uklouznout jazykový slovník řečtina, uklouznout v řečtině
Překlady
- uklidňovat v řečtině - ησυχασμός, ήρεμος, ήσυχος, νηνεμία, γαληνευτικός, κατευναστικά, καθησυχαστικές
- uklizený v řečtině - συγυρισμένος, τακτοποιώ, αρκετός, συγυρίζω, ακριβής, τακτοποιημένος, τακτοποιημένο, ...
- uklouznutí v řečtině - γλιστρώ, ολίσθημα, παραδρομή, γλίστρημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
- ukládat v řečtině - καταλύω, όχθη, αποκρούω, σφηνώνω, επαναθέτω, ανάχωμα, ίζημα, ...
Náhodná slova
Uklouznout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: γλίστρημα, γλιστρώ, τσουλήθρα, ολίσθημα, παραδρομή, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
Překlady: γλίστρημα, γλιστρώ, τσουλήθρα, ολίσθημα, παραδρομή, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση