Ukořistit v řečtině
Překlad: ukořistit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, καταλαμβάνω, κατάσχω, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: ukořistit
ukořistit antonyma, ukořistit gramatika, ukořistit křížovka, ukořistit pravopis, ukořistit synonymum, ukořistit jazykový slovník řečtina, ukořistit v řečtině
Překlady
- ukončení v řečtině - τελείωμα, ξεφεύγω, συμπέρασμα, ολοκλήρωση, δραπετεύω, λήξη, τέλος, ...
- ukončit v řečtině - ολόκληρος, τελειώνω, ολοκληρώνω, συμπεραίνω, παύω, περατώνω, έξοδος, ...
- ukořistění v řečtině - αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
- ukradnout v řečtině - βουτώ, κλέβω, κλοπή, κλέψει, κλέψουν, κλέβουν
Náhodná slova
Ukořistit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, καταλαμβάνω, κατάσχω, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση
Překlady: αιχμαλωσία, αιχμαλωτίζω, καταλαμβάνω, κατάσχω, σύλληψη, σύλληψης, δέσμευσης, καταγραφής, τη δέσμευση