Unáhlený v řečtině
Překlad: unáhlený, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εξάνθημα, πρόωρος, παράτολμος, ατάσθαλος, απερίσκεπτος, βιαστικός, βιαστική, εσπευσμένη, βιαστικές, βιαστικά
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: unáhlený
pan unáhlený, unáhlený antonyma, unáhlený gramatika, unáhlený křížovka, unáhlený pravopis, unáhlený jazykový slovník řečtina, unáhlený v řečtině
Překlady
- unylý v řečtině - σκεπτικός, λυπηρός, πονεμένος, θλιβερός, πονεμένη, πονεμένοι
- unáhlení v řečtině - κατακρήμνιση, καθίζηση, καταβύθιση, καθίζησης, κατακρήμνισης
- unášet v řečtině - απάγω, απαγαγώ, απαγάγουν, απαγάγει, απάγουν, απαγάγουν την
- unést v řečtině - συντηρώ, κρατώ, βιασμός, αρπάζω, υποφέρω, αεροπειρατεία, γεννώ, ...
Náhodná slova
Unáhlený v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εξάνθημα, πρόωρος, παράτολμος, ατάσθαλος, απερίσκεπτος, βιαστικός, βιαστική, εσπευσμένη, βιαστικές, βιαστικά
Překlady: εξάνθημα, πρόωρος, παράτολμος, ατάσθαλος, απερίσκεπτος, βιαστικός, βιαστική, εσπευσμένη, βιαστικές, βιαστικά