Upravovat v řečtině

Překlad: upravovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
τροποποιώ, κατάσταση, κουρεύω, κομψός, εκδίδω, κλαδεύω, επιμελούμαι, πάθηση, αλλάζω, ψαλιδίζω, μετατρέπω, παραποιώ, επεξεργασία, επιμέλεια, επεξεργαστεί, άλλαξε, επεξεργαστείτε
Upravovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: upravovat

upravovat anglicky, upravovat antonyma, upravovat fotku, upravovat fotky, upravovat foto, upravovat jazykový slovník řečtina, upravovat v řečtině

Překlady

  • upravený v řečtině - κομψός, συγυρισμένος, κουρεύω, συγυρίζω, τακτοποιώ, αρκετός, κλαδεύω, ...
  • upravit v řečtině - τακτοποιώ, αμφίεση, κουρεύω, ντύνομαι, εξουσιάζω, συγυρίζω, έλεγχος, ...
  • upražit v řečtině - καβουρδίζω, καβουρντίζω, ψήνω, ψητό, ψητά, καβουρδισμένου, roast, ...
  • uprchlík v řečtině - πρόσφυγας, φυγόδικος, φυγάς, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
Náhodná slova
Upravovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: τροποποιώ, κατάσταση, κουρεύω, κομψός, εκδίδω, κλαδεύω, επιμελούμαι, πάθηση, αλλάζω, ψαλιδίζω, μετατρέπω, παραποιώ, επεξεργασία, επιμέλεια, επεξεργαστεί, άλλαξε, επεξεργαστείτε