Uschlý v řečtině
Překlad: uschlý, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πεθαμένος, νεκρός, μαραμένο, μαραμένα, μαραμένες, μαραθεί, τα μαραμένα
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: uschlý
uschlý antonyma, uschlý bambus, uschlý buxus, uschlý fíkovník, uschlý gramatika, uschlý jazykový slovník řečtina, uschlý v řečtině
Překlady
- usazovat v řečtině - ενσωματώνω, επισπεύδω, σφηνώνω, μπήγω, περιζώνω, καταλύω, εγκατασταθούν, ...
- usazovák v řečtině - οικιστής, άποικος, οικιστή, εποίκων, των εποίκων
- uschnout v řečtině - στεγνός, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
- uschovat v řečtině - φυλάω, παρακαταθήκη, εφεδρικός, παρακρατώ, αποκρούω, διασώζω, εφεδρεία, ...
Náhodná slova
Uschlý v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πεθαμένος, νεκρός, μαραμένο, μαραμένα, μαραμένες, μαραθεί, τα μαραμένα
Překlady: πεθαμένος, νεκρός, μαραμένο, μαραμένα, μαραμένες, μαραθεί, τα μαραμένα