Uskutečnit v řečtině

Překlad: uskutečnit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
επιτυγχάνω, πραγματοποιώ, καταφέρω, εφευρίσκω, εκτελώ, εφαρμογή, εφαρμόσουν, να εφαρμόσουν, την εφαρμογή, εφαρμόζουν
Uskutečnit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: uskutečnit

slovo uskutečnit, uskutečnit antonyma, uskutečnit gramatika, uskutečnit křížovka, uskutečnit pravopis, uskutečnit jazykový slovník řečtina, uskutečnit v řečtině

Překlady

  • uskladnit v řečtině - αποθηκεύω, βάζω, μαγαζί, κατάστημα, καταστήματος, αποθήκη, κατάστημά, ...
  • uskladnění v řečtině - αποθήκευση, στοιβασία, στοιβασίας, στοιβάγματος, η στοιβασία, αποθηκευτικό
  • uskutečnitelný v řečtině - εφαρμόσιμος, εφικτός, βιώσιμος, βιώσιμη, βιώσιμων, βιώσιμες, βιώσιμο
  • uskutečnění v řečtině - διενέργεια, εκτέλεση, εφαρμογή, πραγματοποίηση, υλοποίηση, υλοποίησης, συνειδητοποίηση, ...
Náhodná slova
Uskutečnit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: επιτυγχάνω, πραγματοποιώ, καταφέρω, εφευρίσκω, εκτελώ, εφαρμογή, εφαρμόσουν, να εφαρμόσουν, την εφαρμογή, εφαρμόζουν