Usnadnit v řečtině
Překlad: usnadnit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
άνεση, καταπραΰνω, απλοποιώ, διευκολύνω, διευκολύνουν, διευκόλυνση της, να διευκολύνει, να διευκολύνουν, διευκολυνθεί η
Jiné jazyky
Příbuzná slova: usnadnit
synonyma usnadnit, usnadnit antonyma, usnadnit gramatika, usnadnit křížovka, usnadnit pravopis, usnadnit jazykový slovník řečtina, usnadnit v řečtině
Překlady
- usměrňovat v řečtině - ξεναγός, ξεναγώ, σκηνοθετώ, κανονίζω, καθοδηγώ, οδηγός, καθοδηγήσει, ...
- usměrňovač v řečtině - ανορθωτής, ανορθωτή, ανόρθωσης, του ανορθωτή, ανορθώσεως
- usnesení v řečtině - διάταγμα, λύνω, θεσπίζω, πράξη, διευθετώ, απόφαση, αποφασίζω, ...
- usoudit v řečtině - συνάγω, υπολογίζω, συμπεραίνω, συνάγουν, συμπεράνουμε, συναγάγει
Náhodná slova
Usnadnit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: άνεση, καταπραΰνω, απλοποιώ, διευκολύνω, διευκολύνουν, διευκόλυνση της, να διευκολύνει, να διευκολύνουν, διευκολυνθεί η
Překlady: άνεση, καταπραΰνω, απλοποιώ, διευκολύνω, διευκολύνουν, διευκόλυνση της, να διευκολύνει, να διευκολύνουν, διευκολυνθεί η