Utěšit v řečtině

Překlad: utěšit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ανακουφίζω, ζητωκραυγάζω, ξαλαφρώνω, παρηγοριά, παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Utěšit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: utěšit

jak utěšit, utěšit antonyma, utěšit gramatika, utěšit křížovka, utěšit pravopis, utěšit jazykový slovník řečtina, utěšit v řečtině

Překlady

  • utěrka v řečtině - πετσέτα, πανί, καρπαζιά, καρπαζώνω, ύφασμα, υφάσματος, υφάσματα, ...
  • utěsnit v řečtině - καλαφατίζω, σφίγγω, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
  • utěšovat v řečtině - παρηγορώ, καταπραΰνω, παρηγοριά, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, ...
  • utřít v řečtině - σκουπίζω, σκουπίστε, σκουπίσετε, σκουπίσει, σκουπίζετε
Náhodná slova
Utěšit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ανακουφίζω, ζητωκραυγάζω, ξαλαφρώνω, παρηγοριά, παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των