Utajení v řečtině
Překlad: utajení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καταστολή, απόκρυψη, συγκάλυψη, μυστικότητα, απόρρητο, απορρήτου, μυστικότητας, απόρρητου
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: utajení
utajení adresáti, utajení antonyma, utajení bakalářské práce, utajení gramatika, utajení ip, utajení jazykový slovník řečtina, utajení v řečtině
Překlady
- usvědčit v řečtině - καταδικάζω, κατάδικος, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι
- utahat v řečtině - εξαντλώ, κουράζω, νεφρίτης, Tucker, Τάκερ, αναδίπλωσης, συμμαζεύων
- utajený v řečtině - απόρρητος, μυστικό, μυστικός, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, ...
- utajit v řečtině - κρύβω, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Náhodná slova
Utajení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καταστολή, απόκρυψη, συγκάλυψη, μυστικότητα, απόρρητο, απορρήτου, μυστικότητας, απόρρητου
Překlady: καταστολή, απόκρυψη, συγκάλυψη, μυστικότητα, απόρρητο, απορρήτου, μυστικότητας, απόρρητου