Uzdravovat v řečtině

Překlad: uzdravovat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
θεραπεύω, αλατίζω, παστώνω, καπνίζω, ράλι, συσπείρωση, συσπείρωσης, συνάθροισης, ράλλυ
Uzdravovat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: uzdravovat

dar uzdravovat, schopnost uzdravovat, uzdravovat antonyma, uzdravovat gramatika, uzdravovat křížovka, uzdravovat jazykový slovník řečtina, uzdravovat v řečtině

Překlady

  • uzdravení v řečtině - ανάρρωση, αποκατάσταση, αποκατάστασης, την αποκατάσταση, επαναφορά, αναστήλωση
  • uzdravit v řečtině - παστώνω, επουλώνω, αναρρώνω, αλατίζω, επουλώνομαι, ανακτώ, θεραπεύω, ...
  • uzel v řečtině - σωριάζω, κότσος, δεσμίδα, διασταύρωση, μάτσο, τσουβαλιάζω, χερούλι, ...
  • uzenka v řečtině - λουκάνικο, λουκάνικα, λουκάνικου, λουκάνικων, αλλαντικών
Náhodná slova
Uzdravovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: θεραπεύω, αλατίζω, παστώνω, καπνίζω, ράλι, συσπείρωση, συσπείρωσης, συνάθροισης, ράλλυ