Uzurpátor v řečtině
Překlad: uzurpátor, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
σφετεριστής, σφετεριστή, του σφετεριστή, συνωμότη, σφετεριστή του θρόνου
Jiné jazyky
Příbuzná slova: uzurpátor
uzurpátor antonyma, uzurpátor gramatika, uzurpátor křížovka, uzurpátor moci, uzurpátor pravopis, uzurpátor jazykový slovník řečtina, uzurpátor v řečtině
Překlady
- uzpůsobit v řečtině - προσαρμόζω, διασκευάζω, προσαρμόσετε, να προσαρμόσετε, προσαρμόσετε το, προσαρμόσετε τις, προσαρμόσει
- uzrát v řečtině - ωριμάζω, ώριμος, μεστός, μεστώνω, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ...
- uzvednout v řečtině - ασανσέρ, σηκώνω, υψώνω, σε, για, στην, να, ...
- uzákonit v řečtině - νομιμοποιήσει, νομιμοποιούν, νομιμοποιήσουν, νομιμοποιεί, να νομιμοποιήσει
Náhodná slova
Uzurpátor v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: σφετεριστής, σφετεριστή, του σφετεριστή, συνωμότη, σφετεριστή του θρόνου
Překlady: σφετεριστής, σφετεριστή, του σφετεριστή, συνωμότη, σφετεριστή του θρόνου