Váhání v řečtině
Překlad: váhání, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
διστακτικότητα, διακύμανση, δισταγμός, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
Jiné jazyky
Příbuzná slova: váhání
váhání antonyma, váhání gramatika, váhání kniha, váhání kniha ke stažení, váhání kniha online, váhání jazykový slovník řečtina, váhání v řečtině
Překlady
- váhavý v řečtině - διστακτικός, δειλός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
- váhy v řečtině - πλάστιγγα, λέπι, κλιμάκωση, ισοζύγιο, κλίμακας, κλίμακα, ισορροπία, ...
- válcovat v řečtině - ψωμάκι, κυλώ, κύλινδρος, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ...
- válcovitý v řečtině - κυλινδρικός, κυλινδρικό, κυλινδρικού, κυλινδρική, κυλινδρικά
Náhodná slova
Váhání v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: διστακτικότητα, διακύμανση, δισταγμός, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
Překlady: διστακτικότητα, διακύμανση, δισταγμός, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού