Váhy v řečtině
Překlad: váhy, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πλάστιγγα, λέπι, κλιμάκωση, ισοζύγιο, κλίμακας, κλίμακα, ισορροπία, ζυγαριά, κλίμακες, κλιμάκων, ζυγαριές
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: váhy
digitální váhy, horoskop, osobní váhy, tabulka váhy, váha, váhy jazykový slovník řečtina, váhy v řečtině
Překlady
- váhavost v řečtině - δισταγμός, διστακτικότητα, η διστακτικότητα, δισταγμούς, διστακτικότητά
- váhavý v řečtině - διστακτικός, δειλός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
- váhání v řečtině - διστακτικότητα, διακύμανση, δισταγμός, δισταγμό, δισταγμούς, δισταγμού
- válcovat v řečtině - ψωμάκι, κυλώ, κύλινδρος, ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ...
Náhodná slova
Váhy v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πλάστιγγα, λέπι, κλιμάκωση, ισοζύγιο, κλίμακας, κλίμακα, ισορροπία, ζυγαριά, κλίμακες, κλιμάκων, ζυγαριές
Překlady: πλάστιγγα, λέπι, κλιμάκωση, ισοζύγιο, κλίμακας, κλίμακα, ισορροπία, ζυγαριά, κλίμακες, κλιμάκων, ζυγαριές