Výpomocný v řečtině
Překlad: výpomocný, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
βοηθός, επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, βοήθεια, βοηθητικός, φασόν, κερδοσκοπία στο
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: výpomocný
výpomocný antonyma, výpomocný duchovní, výpomocný duchovný, výpomocný gramatika, výpomocný křížovka, výpomocný jazykový slovník řečtina, výpomocný v řečtině
Překlady
- výplňkový v řečtině - συμπληρωματικός, Filler, πλήρωσης, πληρωτικό, πληρωτικό υλικό, στομίου πλήρωσης
- výpomoc v řečtině - βοήθημα, εκτόνωση, ανακούφιση, επικουρία, αρωγή, βοηθός, ανάγλυφος, ...
- výpověď v řečtině - κατάθεση, κατάσταση, παρατηρώ, δήλωση, πίνακας, μαρτυρία, μαρτυρίες, ...
- výpočet v řečtině - λογισμός, υπολογισμό, υπολογισμός, υπολογισμού, τον υπολογισμό, υπολογισμού που
Náhodná slova
Výpomocný v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: βοηθός, επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, βοήθεια, βοηθητικός, φασόν, κερδοσκοπία στο
Překlady: βοηθός, επικουρία, βοήθημα, βοηθώ, βοήθεια, βοηθητικός, φασόν, κερδοσκοπία στο