Vlastní v řečtině
Překlad: vlastní, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
προσωπικός, της], κατέχω, παράδοξος, παράξενος, περιστατικό, επεισόδιο, τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vlastní
minecraft server, na vlastní oči, posilování vlastní vahou, směnka, směnka vlastní vzor, vlastní jazykový slovník řečtina, vlastní v řečtině
Překlady
- vlastnoruční v řečtině - αυτόγραφο, χειρόγραφο, χειρόγραφες, χειρόγραφη, χειρόγραφα
- vlastnost v řečtině - μεριά, σπίτι, ακίνητο, ποιότητα, σουσούμι, πλευρά, αφιέρωμα, ...
- vlastník v řečtině - κάτοχος, κτήτορας, θήκη, ιδιοκτήτης, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
- vlastnění v řečtině - παρακράτηση, έχει, έχοντας, έχουν, που έχει, με
Náhodná slova
Vlastní v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: προσωπικός, της], κατέχω, παράδοξος, παράξενος, περιστατικό, επεισόδιο, τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
Překlady: προσωπικός, της], κατέχω, παράδοξος, παράξενος, περιστατικό, επεισόδιο, τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική