Vnímat v řečtině
Překlad: vnímat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αντιλαμβάνομαι, διαβλέπω, αντιλαμβάνονται, αντιληφθεί, θεωρούν, αντιλαμβάνεται
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vnímat
radostně vnímat, vnímat anglicky, vnímat antonyma, vnímat gramatika, vnímat krásu, vnímat jazykový slovník řečtina, vnímat v řečtině
Překlady
- vnuknutí v řečtině - πρόταση, έγχυμα, έμπνευση, υπόδειξη, εισήγηση, την πρόταση, πρότασή
- vnutit v řečtině - εξαναγκάζω, πειθαναγκάζω, βία, επιβάλλω, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ...
- vnímatelný v řečtině - λογικός, αισθητός, αντιληπτός, αισθητή, αντιληπτή, αντιληπτό
- vnímavý v řečtině - ευαίσθητος, εύθικτος, λογικός, ευπαθής, ευεπηρέαστος, ανταποκρινόμενος, επιδεικτικός, ...
Náhodná slova
Vnímat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αντιλαμβάνομαι, διαβλέπω, αντιλαμβάνονται, αντιληφθεί, θεωρούν, αντιλαμβάνεται
Překlady: αντιλαμβάνομαι, διαβλέπω, αντιλαμβάνονται, αντιληφθεί, θεωρούν, αντιλαμβάνεται