Vnitřek v řečtině
Překlad: vnitřek, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εσωτερικό, εντός, μέσα, εσωτερικός, στο εσωτερικό, μέσα σε
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vnitřek
vnitřek antonyma, vnitřek gramatika, vnitřek klávesnice, vnitřek kostela, vnitřek květu, vnitřek jazykový slovník řečtina, vnitřek v řečtině
Překlady
- vnitrostátní v řečtině - εσωτερικώς, οικιακός, εσωτερικός, κατοικίδιος, εγχώριων, εγχώριες, εγχώρια, ...
- vnitrozemský v řečtině - ηπειρωτικός, ενδοχώρα, εσωτερικές, εσωτερικές πλωτές, εσωτερικών πλωτών, εσωτερικής ναυσιπλοΐας
- vnitřnosti v řečtině - έγκατα, έντερο, εντόσθια, σπλάγχνα, σπλάχνα, σπλάχνων, τα σπλάχνα
- vnitřní v řečtině - ενδοχώρα, εσωτερικώς, εσωτερικό, εσωτερικός, έντερο, μέσα, εσωτερική, ...
Náhodná slova
Vnitřek v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εσωτερικό, εντός, μέσα, εσωτερικός, στο εσωτερικό, μέσα σε
Překlady: εσωτερικό, εντός, μέσα, εσωτερικός, στο εσωτερικό, μέσα σε