Vyřknout v řečtině

Překlad: vyřknout, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ξεστομίζω, καθαρός, προφέρω, εκστομίζω, απόλυτος, αρθρώνω, απόλυτη, απόλυτης, παντελή, την απόλυτη
Vyřknout v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: vyřknout

vyřknout antonyma, vyřknout gramatika, vyřknout křížovka, vyřknout ortel, vyřknout pravopis, vyřknout jazykový slovník řečtina, vyřknout v řečtině

Překlady

  • vyřezávat v řečtině - γλυπτική, γλυπτό, άγαλμα, γλύφω, σκαλίζω, λαξεύω, κόβω, ...
  • vyřešit v řečtině - κανονίζω, λύνω, εγκαθίσταμαι, λύσει, επίλυση, να λύσει, την επίλυση, ...
  • vyřídit v řečtině - ρυθμίζω, κανονίζω, εκκαθαρίζω, εγκαθίσταμαι, ευθυγραμμίζω, ρευστοποιώ, προσαρμόζω, ...
  • vyřízení v řečtině - εκτέλεση, ρύθμιση, εκτέλεσης, την εκτέλεση, εκτέλεσή, υλοποίηση
Náhodná slova
Vyřknout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ξεστομίζω, καθαρός, προφέρω, εκστομίζω, απόλυτος, αρθρώνω, απόλυτη, απόλυτης, παντελή, την απόλυτη