Vykonávat v řečtině

Překlad: vykonávat, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εργάζομαι, αποδίδω, εφαρμόζω, δουλεύω, εξασκώ, άσκηση, χορηγώ, εκτελώ, εργασία, δουλειά, διοικώ, απονέμω, ασκώ, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
Vykonávat v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: vykonávat

slovo vykonávat, vykonávat antonyma, vykonávat gramatika, vykonávat křížovka, vykonávat pravopis, vykonávat jazykový slovník řečtina, vykonávat v řečtině

Překlady

  • vykonavatel v řečtině - καλλιτέχνης, εκτελεστής διαθήκης, εκτελεστής, εκτελεστή, εκτελεστή διαθήκης, επιμελητή
  • vykonání v řečtině - επίτευξη, παράσταση, επιβολή, διενέργεια, εφαρμογή, απόδοση, εκτέλεση, ...
  • vykonávání v řečtině - άσκηση, πρακτική, εκτέλεση, εκτέλεσης, την εκτέλεση, εκτέλεσή, υλοποίηση
  • vykopat v řečtině - κέντρισμα, ανακαλύπτω, νύξη, σαρκασμός, ξεθάβω, σκάβω, εκσκάπτω, ...
Náhodná slova
Vykonávat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εργάζομαι, αποδίδω, εφαρμόζω, δουλεύω, εξασκώ, άσκηση, χορηγώ, εκτελώ, εργασία, δουλειά, διοικώ, απονέμω, ασκώ, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία