Vykonat v řečtině
Překlad: vykonat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
εκπληρώνω, καθιστώ, εκπυρσοκρότηση, καταφέρω, πραγματοποιώ, κατορθώνω, εκροή, περατώνω, άφεση, εκτελώ, απολύω, προσφέρω, κάνω, ολόκληρος, επιτυγχάνω, αποδίδω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vykonat
vykonat antonyma, vykonat gramatika, vykonat křížovka, vykonat nieco nebezpecne, vykonat potřebu, vykonat jazykový slovník řečtina, vykonat v řečtině
Překlady
- vykolejení v řečtině - εκτροχιασμός, εκτροχιασμού, εκτροχιασμό, ο εκτροχιασμός, τον εκτροχιασμό
- vykompenzovat v řečtině - όφσετ, αντισταθμίζεται, αντισταθμιστεί, αντισταθμίσει, offset
- vykonatelný v řečtině - εφικτός, εκτελεστή, εκτελεστές, εκτελεστό, εκτελεστός, εκτελεστά
- vykonavatel v řečtině - καλλιτέχνης, εκτελεστής διαθήκης, εκτελεστής, εκτελεστή, εκτελεστή διαθήκης, επιμελητή
Náhodná slova
Vykonat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: εκπληρώνω, καθιστώ, εκπυρσοκρότηση, καταφέρω, πραγματοποιώ, κατορθώνω, εκροή, περατώνω, άφεση, εκτελώ, απολύω, προσφέρω, κάνω, ολόκληρος, επιτυγχάνω, αποδίδω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση
Překlady: εκπληρώνω, καθιστώ, εκπυρσοκρότηση, καταφέρω, πραγματοποιώ, κατορθώνω, εκροή, περατώνω, άφεση, εκτελώ, απολύω, προσφέρω, κάνω, ολόκληρος, επιτυγχάνω, αποδίδω, εκτελέσει, εκτελούν, εκτελεί, να εκτελέσει, εκτέλεση