Vypáčit v řečtině

Překlad: vypáčit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
δύναμη, διάλλειμα, σπάζω, εξαναγκάζω, αντεπίθεση, βία, διάλειμμα, εκβιάζω, ανοίγετε με τη βία, ανοίξετε με βία, πίεσης για το άνοιγμα
Vypáčit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: vypáčit

vypáčit antonyma, vypáčit gramatika, vypáčit křížovka, vypáčit pravopis, vypáčit synonymum, vypáčit jazykový slovník řečtina, vypáčit v řečtině

Překlady

  • vypátrat v řečtině - μέρος, εντοπίζω, ανακαλύπτω, σπυρί, εύρημα, βρίσκω, βούλα, ...
  • vypátrání v řečtině - ιχνηλασία, εντοπισμό, τον εντοπισμό, εντοπισμού, ανίχνευση
  • vypíchnout v řečtině - αντικαθιστώ, αντικαταστήσει, υποκαταστήσει, υποκαταστήσουν, υποκαθιστά, υποσκελίσουν
  • vypínač v řečtině - αλλάζω, αλλαγή, διακόπτης, διακόπτη, διακ πτη, του διακόπτη, μετάβαση
Náhodná slova
Vypáčit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: δύναμη, διάλλειμα, σπάζω, εξαναγκάζω, αντεπίθεση, βία, διάλειμμα, εκβιάζω, ανοίγετε με τη βία, ανοίξετε με βία, πίεσης για το άνοιγμα