Vyplňovat v řečtině
Překlad: vyplňovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
γεμίζω, εκπληρώνω, πραγματοποιώ, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vyplňovat
vyplňovat antonyma, vyplňovat gramatika, vyplňovat křížovka, vyplňovat pravopis, vyplňovat synonymum, vyplňovat jazykový slovník řečtina, vyplňovat v řečtině
Překlady
- vypláchnout v řečtině - τρίβω, χτενίζω, ξεπλένω, κοκκινίζω, ξέπλυμα, ξεπλύνετε, πλύνετέ, ...
- vyplývat v řečtině - επακολουθώ, επίπτωση, προκύπτω, έκβαση, εγείρομαι, αποτέλεσμα, λόγω, ...
- vyplňování v řečtině - γέμισμα, σφράγισμα, χορταστικός, πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση
- vypnout v řečtině - αποσυνδέω, τεντώνω, αχρηστεύω, στραμπουλίζω, ζόρι, απενεργοποιώ, διηθώ, ...
Náhodná slova
Vyplňovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: γεμίζω, εκπληρώνω, πραγματοποιώ, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει
Překlady: γεμίζω, εκπληρώνω, πραγματοποιώ, γέμισμα, αναπληρώσει, συμπληρώστε, συμπληρώσετε, γεμίσει