Vypumpovat v řečtině
Překlad: vypumpovat, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
παρακεντώ, εξάτμιση, βρύση, υποτιμώ, ξεφουσκώσει, ξεφουσκώνουν, επιτευχθεί ο αποπληθωρισμός, ο αποπληθωρισμός
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vypumpovat
vypumpovat antonyma, vypumpovat gramatika, vypumpovat křížovka, vypumpovat pravopis, vypumpovat synonymum, vypumpovat jazykový slovník řečtina, vypumpovat v řečtině
Překlady
- vypuknout v řečtině - ξεσπάσει, ξεσπούν, ξεφύγει από, ξεσπάσουν, να ξεσπάσει
- vypuknutí v řečtině - έκρηξη, εκδήλωση, ξέσπασμα, εστίας, επιδημία, επιδημίας
- vypustit v řečtině - παραλείπω, εκπυρσοκρότηση, άφεση, εκροή, απολύω, εκτόξευση, έναρξη, ...
- vypuzení v řečtině - απέλαση, αποβολή, απέλασης, απομάκρυνσης, εκδίωξη
Náhodná slova
Vypumpovat v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: παρακεντώ, εξάτμιση, βρύση, υποτιμώ, ξεφουσκώσει, ξεφουσκώνουν, επιτευχθεί ο αποπληθωρισμός, ο αποπληθωρισμός
Překlady: παρακεντώ, εξάτμιση, βρύση, υποτιμώ, ξεφουσκώσει, ξεφουσκώνουν, επιτευχθεί ο αποπληθωρισμός, ο αποπληθωρισμός