Vyspravit v řečtině
Překlad: vyspravit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
μαντάρω, επισκευάζω, μπάλωμα, επισκευή, επισκευαστεί, επισκευάζονται, επισκευάζεται, επιδιορθωθεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vyspravit
cim vyspravit, vyspravit antonyma, vyspravit gramatika, vyspravit křížovka, vyspravit pravopis, vyspravit jazykový slovník řečtina, vyspravit v řečtině
Překlady
- vysoký v řečtině - μεγάλος, υπερόπτης, απίθανος, ψηλός, υψηλός, ψηλά, υψηλής, ...
- vysoušení v řečtině - ξήρανση, ξήρανσης, ξηράνσεως, στέγνωμα, την ξήρανση
- vyspělost v řečtině - ωριμότητα, επίγνωση, γνώση, Ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση, Ευαισθητοποίησης
- vyspělý v řečtině - ωριμάζω, προχωρημένος, μεστός, μεστώνω, ώριμος, ώριμη, ώριμο, ...
Náhodná slova
Vyspravit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: μαντάρω, επισκευάζω, μπάλωμα, επισκευή, επισκευαστεί, επισκευάζονται, επισκευάζεται, επιδιορθωθεί
Překlady: μαντάρω, επισκευάζω, μπάλωμα, επισκευή, επισκευαστεί, επισκευάζονται, επισκευάζεται, επιδιορθωθεί